Related terms
- el βρισκω τουμπανο ➜
- el μου τα κανε τουμπανο ➜
- el ο κοσμοσ το χει τουμπανο κι αυτοσ κρυφο καμαρι ➜
- el το κανω τουμπανο ➜
- el τουμπανιαζω ➜
- el τουμπανιασμα ➜
- el τουμπανιζω ➜
- en distended ➜
- en swollen ➜
- en thing ➜
Links to other resources
- en.wiktionary.org τούμπανο